Το κοριτσάκι με τις 3 σκιές
Το όνομά της, Μυρτώ. Είναι μια γυναίκα... ή μάλλον ένα κοριτσάκι... ή μάλλον... Σίγουρα είναι μια κοπέλα. Μια κοπέλα που συνηθίζει να ξυπνάει το πρωί και να κοιμάται το βράδυ. Κι αυτό είναι το καλύτερο δώρο που θα μπορούσε να κάνει στον εαυτό της.
Όταν ξυπνάει, ο ήλιος έχει ήδη ανέβει στον ουρανό. Για κάποιους έχει ανέβει πολύ. Για κάποιους άλλους λίγο. Για τη Μυρτώ έχει ανέβει όσο χρειάζεται. Ο ήλιος ανέβηκε και σήμερα στη θέση του κι αυτό είναι ό,τι χρειάζεται να ξέρει για να ξεκινήσει τη μέρα της.
Με αυτό το χαμόγελο πηγαίνει στη δουλειά της. Ίσως να είναι μαθήτρια, ίσως εργαζόμενη, ίσως συνταξιούχος, ίσως τίποτε από όλα αυτά. Εκείνη όμως ξέρει πως κάνει ό,τι χρειάζεται να πράττει για να γεμίζει εποικοδομητικά και δημιουργικά τη μέρα της.
Ύστερα από μια κουραστική για τους άλλους μα όχι για τη Μυρτώ, ημέρα, έχει το χρόνο να επιστρέψει στο σπίτι της, να ξεκουραστεί και να απολαύσει τους κόπους της. Αντί όμως για αυτό, προτιμάει να πάρει ένα διαφορετικό δρόμο.
Έχει ακούσει όλα τα κουτσομπολιά της γειτονιάς. Έχει αποκτήσει τα σχέδια της πόλησς και από αυτά που έχει ακούσει, έχει σημειώσει τα σπίτια των οικογενειών που έχουν ανάγκη από τρόφιμα και είδη πρώτης ανάγκης.
Κάθε απόγευμα, η διαδρομή της είναι αυτή: δουλειά, αγορά τροφίμων και αφανής επίσκεψη σε ένα από αυτά τα σπίτια. Μόνο τις Κυριακές δεν πηγαίνει πουθενά. Κάνει μια πρωινή επίσκεψη από τις 7 μέχρι τις 10:30 σε έναν οίκο που έχει κοντά της κι ύστερα κλείνεται στο σπίτι της μέχρι την επόμενη ημέρα. Κανείς δεν τη ρώτησε ποτέ τι κάνει στο σπίτι της εκείνη την ημέρα. Το μόνο που ήξεραν όλοι ήταν πως το σπίτι της έλαμπε εκείνη την ημέρα. Ένα φως δυνατότερο από τον ήλιο τύφλωνε όποιον προσπαθούσε να κοιτάξει ανάμεσα στις γρίλιες των παραθύρων της εκείνη την ημέρα.
Αυτή είναι η ημέρα της Μυρτούς. Η κάθε ημέρα της, από την πρώτη μέχρι την έκτη, μα και η έβδομη. Αυτή είναι το πρώτο αποτύπωμα που αφήνει στον κόσμο. Αυτά είναι που βλέπει ο ήλιος κι αυτός δημιουργεί την πρώτη της σκιά.
Ύστερα, έρχεται το φεγγάρι. Όταν ο ήλιος δύσει κι αυτό κυριαρχήσει στον ουρανό, τότε είναι που αρχίζει να μεγαλώνει η δεύτερη σκιά της. Τα παντζούρια της είναι ανοιχτά μα κανείς δε μπορεί να δει μέσα. Το φεγγάρι όμως τη βλέπει. Το φως που εκπέμπει ο ήλιος ανακλάται στην επιφάνειά του, κατευθύνεται στη γη, στις γυάλινες επιφάνειες των γύρω πολυκατοικιών, μπαίνει στο χώρο της και επιστρέφει. Έτσι μαθαίνει το φεγγάρι. Έτσι κοιμάται χαρούμενος ο ήλιος, περήφανος για το παιδί του Θεού του.
Τι λέει, δεν ακούγεται. Δε μπορούν να το μεταφέρουν αυτό οι ακτίνες του φωτός. Μπορούν να πουν πως είναι σκυμμένη μπροστά σε μια εικόνα και πως τα χείλη της ψιθυρίζουν κάτι. Μπροστά της έχει μια λίστα με ονόματα και φωτογραφίες.
Το φεγγάρι δε θα γνώριζε ποια είναι αυτά τα ονόματα και οι φωτογραφίες αν δε μιλούσε έστω και λίγο με τον ήλιο. Ο ήλιος βλέπει τη φανερή ζωή της Μυρτούς κι αυτός ξέρει ποιοι είναι αυτοί οι άνθρωποι. Αυτός ξέρ3ει για το Γιώργο που την έβρισε προχτές. Αυτος ξέρει για τη Μαρία που της πήρε τη θέση στο ταμείο της αγοράς. Αυτός ξέρει για την Ειρήνη που της έδωσε τη θέση της στο λεωφορείο. Αυτός ξέρει για τη μικρή Λαμπρινή που της έδωσε ένα αθώο παιδικό φιλί στο μάγουλο, απλά και μόνο γιατί η Μυρτώ της φάνηκε καλός άνθρωπος. Αυτός ξέρει και για τη 10μελή οικογένεια με τους παππούδες, τις γιαγιάδες, τους γονείς και τα εγγόνια που τη φιλοξένησαν όταν κάποτε βρέθηκε σε μια άγνωστη για εκείνη περιοχή, αναζητώντας πρώτα αγάπη και ύστερα στέγη. Αυτός ξέρεις για όσους πλήγωσαν τη Μυρτώ. Αυτός ξέρει για όσους τη βοήθησαν έστω και ελάχιστα. Αυτός ξέρει και την απάντηση της Μυρτούς σε όλους... Αυτό το “ο Θεός να σε ευλογεί, παιδί μου” που ψέλλιζαν τα χείλη της. Αυτά τα λόγια τα πλήρως άδεια από κακία.
Αυτά είναι τα ονόματα που έχει μπροστά της η Μυρτώ. Οι φωτογραφίες είναι άλλη ιστορία. Οι συγγενείς της. Άλλοι πιο κοντινοί, εξ αίματος. Άλλοι πιο μακρινοί. Μα κανέναν δεν ξεχνάει. Πρώτη θέση η μάνα της. Αυτός ο άδολος άνθρωπος που με το μόχθο του και τις προσωπικές του θυσίες τη μεγάλωσε. Πρώτα η μάνα. Κι ο πατέρας της βέβαια. Άνθρωπος γεμάτος αγάπη κι αυτός. Εργατικός και άνθρωπος του κόσμου μα που κακή κουβέντα δε βγήκε από τα χείλη του. Μα πρώτη η μάνα όταν τα χείλη της ψελλίζουν και πάλι “ο Θεός να σε ευλογεί εκεί που είσαι”. Πρώτη η μάνα. Τελευταία η μάνα. Δύο φορές. Σεβάσμια γερόντισσα η μάνα.
Κάπως έτσι, σε αυτή τη στάση, μαθαίνει το φεγγάρι πως την πήρε ο ύπνος τη Μυρτώ. Κι όπως η γη λαμβάνει το αποτύπωμά της από τον ήλιο, έτσι και τώρα είναι η ώρα του φεγγαριού, αυτού του δορυφόρου της γης, να λάβει το δικό της αποτύπωμα, αν και λίγο διαφορετικό.
Σε αυτή τη στάση του σώματος, η ψυχή της Μυρτούς γαληνεύει, ειρηνεύει, ελαφραίνει, τόσο πολύ που οι ακτίνες του φωτός μπορούν πλέον να την πάρους μαζί τους επιστρέφοντας στο φεγγάρι. Μα όταν η Μυρτώ είναι σε αυτή την κατάσταση, οι ακτίνες που τη μεταφέρουν, δεν την πηγαίνουν στο φεγγάρι μα στις ουράνιες πολιτείες που έφτιαξε ο Θεός για τους ανθρώπους Του, για αυτούς που Του εναποθέτουν τα βάρη τους με όλη τους την αγάπη. Κι αυτές προκαλλούν την τρίτη σκιά.
Σε αυτή τη στάση τη βρίσκει το ξημέρωμα. Κάθε ξημέρωμα. Για κλάσματα του δευτερολέπτου, όσο χρειάζεται δηλαδή για να επιστρέψει η ψυχή της Μυρτούς, ταξιδεύοντας πάνω στο φως, στο σώμα της, για ελάχιστο χρονικό διάστημα, η Μυρτώ είναι το κορίτσι με τις τρεις σκιές. Μία φτιαγμένη από τον ήλιο. Μία φτιαγμένη από το φεγγάρι. Μία φτιαγμένη από τις ουράνιες πολιτείες που τη συνοδεύουν στο ταξίδι της.
Η Μυρτώ γνωρίζει για αυτές τις σκιές. Γνωρίζει για τον ήλιο, για το φεγγάρι, για τις ουράνιες πολιτείες. Μα πίσω από όλα αυτά βλέπει την αγάπη, την ελπίδα, το έλεος και τη μακροθυμία του Θεού.
Ο Θεός πάλι, τα βλέπει αυτά ως το ελάχιστο δώρο προς το τέκνο Του το αγαπητό. Την αγαπάει πολύ αυτή την ψυχή, όπως και όλες. Υπομένει όμως να έρθει η κατάλληλη στιγμή. Την επιθυμεί κοντά Του όπως και η Μυρτώ Εκείνον. Όμως δεν είναι ακόμα η ώρα. Υπομένει ο Θεός. Στερείται ο ίδιος για να μη στερήσει αιώνια δόξα από την κόρη Του. Υπομένει. Αργά ή γρήγορα ο περισσότερος κόσμος θα την απορρίψει. Θα μείνουν κάποιοι διαλεγμένοι κοντά της. Μα οι περισσότεροι θα την απορρίψουν. Τότε θα δουν όλοι ποια ήταν αυτή η γυναίκα εν ζωή! Όχι για να θαυμάσουν Εκείνον! Όχι! Για το τέκνο Του θα το κάνει! Το είπε και παλιότερα άλλωσε... “η πίστη σου σέσωκέ σε”.
Μόνο μην Του ζητήσει να την κρατήσει αφανή για να μη στερηθεί αιώνια ουράνια δόξα, όπως έκαναν άλλοι ασκητές της εποχής της ή και παλαιότεροι. Ας είναι όμως. Κι αυτό θα το δεχτεί για χάρη της! Είναι άξιο τέκνο Του η Μυρτώ και το αναγνωρίζει ο Θεός. Την αγαπάει όπως Τον αγαπάει. Τον αγαπάει όπως την αγαπάει. Θείος έρωτας αυτό που νιώθει η Μυρτώ. Κι αν το “έρως ανίκατε μάχαν” ειπώθηκε για τον ανθρώπινο έρωτα, τι μεγαλύτερο μπορεί να ισχύει για το θείο έρωτα! Αυτόν που γνωρίζει καλά η Μυρτώ, το κοριτσάκι με τις τρεις σκιές.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου