Καληνύχτα

 

A man holding a bottle - Photo by Jonas Allert on Unsplash

Έψαχνα μέσα στη νύχτα να βρω ένα μέρος για να ησυχάσω
Να βρω ένα μέρος να αναπαυτώ ή έστω για να ξαποστάσω
Πόνοι απ’ το παρελθόν ξυπνούσαν και λέγαν «θυμήσου εμένα»
κι εγώ πήρα σταυρό και χαρτί και ξεκίνησα πάλι να βρίσκω εμένα

Ταξίδι σε μέρη παλιά. Ταξίδι σε εμένα και στο παρελθόν μου
Ταξίδι σε μέρη ατόφια που όμως φτιάχτηκε εκεί το ποιόν μου
Ταξίδι σε μέρη που οι αναμνήσεις ξυπνούσαν και λέγαν «θυμήσου με»
και τώρα - με την πανοπλία μου - δε φωνάζω πλέον «λυπήσου με»

Παίρνω τους πόνους και τους ταξινομώ· τους βάζω στη θέση έναν-έναν
Βλέπω τις τρύπες από τα γόνατά μου και φωνάζω πως είναι σκαμμένα
Ξαναζώ το σκοτάδι όμως ξέρω το Φως και φωνάζω «Έλα για μένα»
Τι κι αν ήταν παλιά σκοτεινά, τα κεριά τώρα είναι αναμμένα

Πάω λοιπόν βήμα-βήμα και παραπατώντας σε κάθε μου πτώση
Σε κάθε κλωτσιά και σε κάθε σπρωξιά που κάποιοι μου είχαν δώσει
Με βλέπω σα να ‘μαι χορδή από τόξο που κάποιος το ‘χει τεντώσει
Όποιος κι αν ήταν όμως αυτός ο κάποιος ελπίζω να ‘χει μετανιώσει

Όχι πίκρα. Όχι ποτέ! Απλά να ‘χει μεταστραφεί
Όποιος κι αν ήταν να έχει αγαπήσει μα και να ‘χει αγαπηθεί
Να είναι σε θέση το φως να γνωρίζει και να μην έχει μπλεχτεί
σε κανένα ανυπέρβλητο εμπόδιο που να μη θέλει να διαλυθεί

Κι έτσι πιάνω πρωτίστως τους φίλους και βλέπω πως όλους τους τούς αγαπώ
Πιάνω όλη μου την οικογένεια έναν-έναν και τους ευλογώ
Μα όλοι αυτοί μ’ αγαπούν και, γνωρίζω, δεν κάνω κάτι φοβερό
Κι έτσι - αφού δε βρήκα ανάπαυση - λέω ν’ αλλάξω πλευρό.

Και φεύγω που λέτε και πάω στο άλλο στρατόπεδο να συγκεντρωθώ
Και βρίσκω σε όσους με πόνεσαν το πού πρωτίστως έφταιγα εγώ
Μ’ αντί να κλειστώ στην καρδιά μου, εγώ την ανοίγω και την έχω οδηγό
Βάζω μπροστά το σταυρό, το χαρτί, το Χριστό και Τον ακολουθώ

Με αυτά τα εφόδια και τα πολεμοφόδια βρίσκω στο διάβα ένα λίθο
που κάποτε σκόνταψα πάνω μα δεν τον πίστεψα ποτέ για μύθο
Κι αν έχω πόνους μαζέψει κι απ’ τους αυτούς θησαυρούς τώρα βρίθω
Γυρνώ τα ερτζιανά στην ταπείνωση και τελικά κάπου αλλού καταλήγω

Είναι ένα μέρος που έχει κεριά και ένα-ένα τ’ ανάβω
Ψάχνω στα χώματα που ήταν τα γόνατα και τα τάματα απόψε ξεθάβω
Για κάθε κατάρα και μια ευχή δίνω και ας μη λάβω
Χτίζω στο λίθο και τον ευλογώ ακόμη και λάβα αν λάβω

Έτσι λοιπόν, αφού συγχωρεθούν, όλοι οι μέχρι χθες εχθροί μου
μια τελευταία φορά αφού το αύριο δεν είναι υπόθεση δική μου
Η ανάπαυση φθάνει επάνω στα μάτια κι αγαπάω όλη τη βιοτή μου
Ειδικά τους ανθρώπους που μ’ έβλαψαν γιατί μου κάναν καλό στην ψυχή μου

Σχόλια